Κάταγμα Ισχίου
Το κάταγμα ισχίου είναι μια σοβαρή ιατρική κατάσταση που συμβαίνει όταν υπάρχει κάταγμα στο πάνω μέρος του μηρού (μηριαίο οστό), κοντά στην άρθρωση του ισχίου. Αυτός ο τραυματισμός είναι πιο συχνός στους ηλικιωμένους, ιδιαίτερα σε αυτούς με οστεοπόρωση (μια κατάσταση που αδυνατίζει τα οστά) ή ιστορικό πτώσεων. Τα κατάγματα ισχίου μπορεί να προκαλέσουν σοβαρό πόνο, απώλεια κινητικότητας και, εάν δεν αντιμετωπιστούν άμεσα, μακροπρόθεσμες αναπηρίες.
Αιτίες Κατάγματος Ισχίου
Τα κατάγματα ισχίου προκαλούνται κυρίως από τραυματικά γεγονότα ή από υποκείμενες ιατρικές καταστάσεις που αδυνατίζουν τα οστά. Κοινές αιτίες περιλαμβάνουν:
Πτώσεις: Η πιο συνηθισμένη αιτία κατάγματος ισχίου, ιδιαίτερα στους ηλικιωμένους. Οι πτώσεις μπορεί να προκύψουν από ολίσθηση, στραβοπάτημα ή απώλεια ισορροπίας. Η πρόσκρουση από την πτώση μπορεί να προκαλέσει κάταγμα στο μηριαίο, ιδιαίτερα αν τα οστά δεν έχουν την φυσιολογική δομική αντοχή.
Οστεοπόρωση: Αυτή η πάθηση οδηγεί σε μείωση της πυκνότητας των οστών και καθιστά τα οστά λιγότερο ανθεκτικά στα φορτία. Τα άτομα με οστεοπόρωση είναι πιο πιθανό να υποστούν διάφορα καταγμάτα, όπως κατάγματα ισχίου, ακόμα και με μικρές πτώσεις ή τραυματισμούς.
Τραύματα ή Ατυχήματα: Τα κατάγματα ισχίου μπορεί να προκύψουν επίσης από τραύματα υψηλής έντασης, όπως τροχαία ατυχήματα, αθλητικούς τραυματισμούς ή ισχυρά χτυπήματα στην περιοχή του ισχίου.
Υποκείμενες παθήσεις: Ορισμένοι όγκοι, καλοήθεις και μη, καθώς και άλλες παθολογικές καταστάσεις μπορεί να αδυνατίσουν τα οστά και να αυξήσουν τον κίνδυνο καταγμάτος του ισχίου.
Συμπτώματα Κατάγματος Ισχίου
Τα συμπτώματα του κατάγματος ισχίου μπορεί να διαφέρουν ανάλογα με τη σοβαρότητα του τραυματισμού, αλλά κοινά σημάδια περιλαμβάνουν:
Σοβαρός πόνος στο ισχίο: Συνήθως, ο πόνος εντοπίζεται στην περιοχή του ισχίου (γοφός) ή της βουβωνικής χώρας και επιδεινώνεται σημαντικά όταν προσπαθεί το άτομο να μετακινηθεί ακόμη και στο κρεβάτι.
Αδυναμία κίνησης του ποδιού: Ο ασθενής με κάταγμα ισχίου μπορεί να βρει δύσκολο ή αδύνατο να μετακινήσει το πόδι στην τραυματισμένη πλευρά.
Παραμόρφωση ή μώλωπες: Το πόδι μπορεί να φαίνεται παραμορφωμένο και να αναπτυχθούν μώλωπες ή πρήξιμο γύρω από την περιοχή του ισχίου.
Αδυναμία στο περπάτημα ή την όρθια θέση: Λόγω του πόνου και της αδυναμίας, είναι σχεδόν αδύνατο να σταθεί ή να περπατήσει χωρίς βοήθεια.
Βράχυνση και στροφή του σκέλους: Σε πολλές περιπτώσεις, το τραυματισμένο σκέλος μπορεί να φαίνεται πιο κοντό από το υγιές πόδι και να έχει στροφή προς τα έξω.
Διάγνωση κατάγματος ισχίου
Η διάγνωση γίνεται συνήθως μέσω φυσικής εξέτασης και απεικονιστικών εξετάσεων. Οι ακτινογραφίες είναι το κύριο απεικονιστικό μέσο που χρησιμοποιείται για να επιβεβαιώσουν την ύπαρξη και την έκταση του κατάγματος. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να συνιστώνται αξονική τομογραφία ή μαγνητική τομογραφία για μια πιο αναλυτική εικόνα, ειδικά αν το κάταγμα δεν είναι εμφανές στις ακτινογραφίες ή χρειάζεται επιπλέον έλεγχος λόγω κατάγματων στην λεκάνη ή άλλα σημεία.
Θεραπεία κατάγματος Ισχίου
Η θεραπεία για το κάταγμα ισχίου εξαρτάται από τον τύπο και τη σοβαρότητα του κατάγματος, την ηλικία του ασθενή και την γενική του κατάσταση. Συνήθως, ο στόχος είναι να ανακουφιστεί ο πόνος, να αποκατασταθεί η λειτουργία και να προληφθούν επιπλοκές. Οι κύριες επιλογές θεραπείας περιλαμβάνουν:
Χειρουργική αποκατάσταση: Η ενδεδειγμένη θεραπεία για το κάταγμα ισχίου είναι η χειρουργική επέμβαση. Ο τύπος της επέμβασης εξαρτάται από το σημείο και τη σοβαρότητα του κατάγματος. Η χειρουργική αντιμετώπιση του κατάγματος απαιτεί νοσηλεία μερικών ημερών ανάλογη με το είδος της επέμβασης που θα χρειαστεί. Η αναισθησία είναι γενική είτε ραχιαία. Λόγω της σημαντικής αιμορραγίας απο την περιοχή του κατάγματος θα απαιτηθεί παρακολούθηση και ίσως προιόντα αίματος κατά την νοσηλεία σε μερικούς ασθενείς.
Οι χειρουργικές επιλογές περιλαμβάνουν:
Οστεοσύνθεση ή ήλωση: Ανάλογα με τον τύπο του κατάγματος και τις ιδιαιτερότητες κάθε ασθενή μπορεί να χρησιμοποιηθούν συστήματα οστεοσύνθεσης ή ενδομυελικός ήλος για να επανέλθουν και να κρατηθούν τα οστά στη σωστή θέση τους μέχρι την ολική επούλωση – πώρωση του κατάγματος. Τα εμφυτεύματα αυτά μπορούν ή όχι να αφαιρεθούν στο μέλλον ανάλογα με τις ενδείξεις.
Μερική αντικατάσταση Ισχίου – ημιαρθροπλαστική : Σε περιπτώσεις καταγμάτων όπως του αυχένα του μηριαίου με αποδεκτή-μικρή φθορά της κοτύλης, μπορεί να γίνει μερική αντικατάσταση ισχίου, αντικαθιστώντας το ανώτερο τμήμα του μηριαίου οστού ( αυχένας και κεφαλή) με εμφύτευμα.
Ολική αντικατάσταση ισχίου: Σε σοβαρές περιπτώσεις, όταν το κάταγμα περιλαμβάνει εκτεταμένες βλάβες στην άρθρωση του ισχίου ή όταν η άρθρωση είχε ήδη σημαντική φθορά από οστεοαρθρίτιδα, μπορεί να είναι απαραίτητη η ολική αντικατάσταση ισχίου, αντικαθιστώντας όλη την άρθρωση του ισχίου.
Μη χειρουργική θεραπεία: Σε ορισμένες σπάνιες περιπτώσεις, σε ασθενείς με πολύ μικρή κινητικότητα ή αν η χειρουργική επέμβαση παρουσιάζει πολύ σημαντικό αναισθησιολογικό κίνδυνο για επιπλοκές λόγω άλλων ιατρικών καταστάσεων ή αν υπάρχει δυσμενής γενική πρόγνωση, μπορεί να εξεταστεί η πιθανότητα μη χειρουργικής θεραπείας. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει παρατεταμένο κλινοστατισμό μαζί με αναλγητικά και φυσικοθεραπεία για την αποκατάσταση της κινητικότητας όταν υπάρχει ικανοποιητική πώρωση-επούλωση του κατάγματος.
Σε ορισμένα πιο σπάνια κατάγματα ισχίου οπως στο μείζονα τροχαντήρα του μηριαίου οστού επίσης υπάρχει η πιθανότητα συντηρητικής αντιμετώπισης σε επιλεγμένους ασθενείς.
Φυσικοθεραπεία και Αποκατάσταση: Μετά τη χειρουργική επέμβαση η φυσικοθεραπεία είναι σημαντική για την ανάρρωση. Η κινησιοθεραπεία σχεδιάζεται για να βελτιώσει τη δύναμη και την κίνηση, βοηθώντας τον ασθενή να επιστρέψει στις καθημερινές δραστηριότητες το συντομότερο δυνατό. Το χρονικό διάστημα για την πλήρη αποκατάσταση εξαρτάται απο την κατάσταση του ασθενή πριν το κάταγμα αλλά και απο το είδος του κατάγματος και την βαρύτητα της επέμβασης. Σίγουρα θα απαιτηθούν το λιγότερο μερικές εβδομάδες.
Πρόληψη κατάγματος ισχίου
Ενώ δεν είναι πάντα δυνατό να προληφθεί το κάταγμα ισχίου, υπάρχουν βήματα που μπορούν να ληφθούν για να μειωθεί ο κίνδυνος, ειδικά σε ηλικιωμένους ή άτομα σε κίνδυνο:
Πρόληψη πτώσεων: Η μείωση του κινδύνου πτώσεων είναι κρίσιμη. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει την ασφαλή διαμόρφωση του χώρου διαμονής, όπως η αφαίρεση κινδύνων από “παγίδες” όπως χαλιά ή ολισθηρές επιφάνειες, η εγκατάσταση λαβών σε μπάνια και η εξασφάλιση επαρκούς φωτισμού. Ορισμένα φάρμακα που μπορεί να προκαλέσουν ορθοστατική υπόταση, ζάλη και κίνδυνο πτώσης επίσης πρέπει να ρυθμιστούν σωστά.
Υγεία των οστών: Η διατήρηση της πυκνότητας των οστών μέσω σωστής διατροφής (με ασβέστιο και βιταμίνη D), ασκήσεων που περιλαμβάνουν φόρτιση των οστών και φαρμακευτική αγωγή (για τα άτομα με οστεοπόρωση) μπορεί να βοηθήσει στην πρόληψη των καταγμάτων.
Ασκήσεις δύναμης και ισορροπίας: Η συμμετοχή σε ασκήσεις που βελτιώνουν τη δύναμη, την ισορροπία και την ευλυγισία μπορεί να μειώσει την πιθανότητα πτώσεων και τραυματισμών.
Συμπέρασμα
Τα κατάγματα ισχίου είναι σημαντικός τραυματισμός, ιδιαίτερα για τους ηλικιωμένους, λόγω της αυξημένης θνησιμότητας και πιθανότητας επιπλοκών. Με την ακριβή διάγνωση, την κατάλληλη θεραπεία και αποκατάσταση, οι περισσότεροι ασθενείς μπορούν να αναρρώσουν και να επιστρέψουν στις καθημερινές τους δραστηριότητες και κοντά στο προηγούμενο επίπεδο κινητικότητας. Η πρόληψη μέσω της αποφυγής πτώσεων και της διατήρησης της υγείας των οστών διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη μείωση του κινδύνου για κατάγματα ισχίου.
