Κατάγματα ωλεκράνου

                                                                                                                                                                                                                    9-4-2025

     Το ωλέκρανο είναι τμήμα του οστού της ωλένης και αποτελεί μέρος της άρθρωσης του αγκώνα. Έχει χόνδρο και σημαντικό σταθεροποιητικό ρόλο στην άρθρωση. Επίσης είναι το σημείο κατάφυσης του τρικέφαλου, ο οποίος είναι ο βασικός μυς υπεύθυνος για την έκταση (άνοιγμα) της άρθρωσης ( ο αγκωνιαίος μυς είναι κυρίως σταθεροποιητής και έχει πολύ μικρότερη ισχύ).
Τα κατάγματα ωλεκράνου, λόγω της απώλειας έκτασης, την βλάβη στον χόνδρο και την πιθανότητα αστάθειας, σχεδόν πάντα έχουν σαν αποτέλεσμα την διαταραχή της λειτουργίας της άρθρωσης και για αυτό απαιτούν προσεκτική εκτίμηση και χειρουργική αντιμετώπιση. Εξαίρεση αποτελεί ένας ειδικός τύπος κατάγματος σε ασθενείς με περιορισμένες λειτουργικές απαιτήσεις όπου μπορεί να δοκιμαστεί συντηρητική αντιμετώπιση με ακινητοποίηση και ειδικό πρόγραμμα κινητοποίησης.

Αιτιολογία 
     Τα κατάγματα στο ωλέκρανο συνήθως είναι αποτέλεσμα κάκωσης ή άμεσης πλήξης, εκτός από τα κατάγματα κοπώσεως που είναι σπάνια, τα αποσπαστικά λόγω έλξης του τρικέφαλου και τα παθολογικά στα οποία υπάρχει υποκείμενη οστική παθολογία. Εκτός από το κάταγμα στο ωλέκρανο και ανάλογα με την βαρύτητα του μηχανισμού κάκωσης, μπορεί να υπάρχουν βλάβες στα μαλακά μόρια ( δέρμα – ανοικτά κατάγματα , νεύρα – συνθλιπτικές ή κακώσεις ελκυσμού), ενώ σε βαριές κακώσεις να συνυπάρχουν και άλλες οστικές βλάβες. Ως αποτέλεσμα, οι βλάβες μπορεί να έχουν πλήρη αποκατάσταση μέχρι ολική απώλεια της λειτουργικότητας σε πολύ βαριές κακώσεις ακόμη και μετά την χειρουργική επέμβαση.

Συμπτώματα
     Μετά την κάκωση, η περιοχή του αγκώνα είναι διογκωμένη, συνήθως υπάρχει εκχύμωση (μελάνιασμα), πόνος στην περιοχή ιδιαίτερα στην προσπάθεια κίνησης και μερική απώλεια λειτουργικότητας της άρθρωσης. Απαιτείται κλινική εκτίμηση, ειδικά για τα μαλακά μόρια, ενώ ο απεικονιστικός έλεγχος γίνεται με ακτινογραφία. Αξονική τομογραφία θα χρειαστεί σε πιο σύνθετες κακώσεις για τον σχεδιασμό της επέμβασης.

Θεραπεία 
     Η συντηρητική αντιμετώπιση έχει νόημα , οπως ήδη αναφέρθηκε, σε απλά κατάγματα, χαμηλής ενέργειας χωρίς εκτεταμένη ιστική βλάβη, σε ηλικιωμένους με πολύ βασικές καθημερινές απαιτήσεις. Η ακινητοποίηση είναι σύντομη και ξεκινά άμεσα ένα πρόγραμμα κινησιοθεραπείας.
     Η χειρουργική επέμβαση, είναι η θεραπεία επιλογής στην πλειοψηφία των περιπτώσεων. Η επιλογή της τεχνικής, των υλικών οστεοσύνθεσης ( υλικά που «κρατάνε» το οστό στην σωστή θέση μέχρι να πωρωθεί – επουλωθεί) και η μετεγχειρητική αποκατάσταση θα εξαρτηθούν από το μηχανισμό της κάκωσης, τα χαρακτηριστικά του κατάγματος και την έκταση των βλαβών στο δέρμα καθώς και απο τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ασθενή ( ηλικία- ποιότητα οστού, σύνοδες παθήσεις, προγενέστερες βλάβες στην άρθρωση, λειτουργικές απαιτήσεις ). Η επέμβαση πρέπει να γίνει σε σύντομο χρονικό διάστημα από την κάκωση και στόχος της επέμβασης είναι η γρήγορη κινητοποίηση μετά το χειρουργείο για την αποφυγή δυσκαμψίας της άρθρωσης.
     Η επέμβαση συνήθως διενεργείται με γενική ή περιοχική αναισθησία. Σε απλά κατάγματα δεν απαιτείται νοσηλεία αλλά σε εκτεταμένες βλάβες θα απαιτηθεί παρακολούθηση. Ο αγκώνας θα ακινητοποιηθεί για σύντομο χρονικό διάστημα και θα ακολουθήσει φυσικοθεραπεία με κινησιοθεραπεία. Η συνηθέστερη απώτερη επιπλοκή είναι η απώλεια τμήματος του εύρους κίνησης της άρθρωσης.  Η συμμετοχή του ασθενή στην μετεγχειρητική αποκατάσταση είναι επίσης πολύ σημαντική.
     Συμπερασματικά οι κακώσεις στον αγκώνα και τα κατάγματα ωλεκράνου χρειάζονται άμεση και προσεκτική εκτίμηση, χειρουργική αντιμετώπιση και μπορεί να είναι απλά με πλήρη αποκατάσταση έως σύνθετα με κάποιο βαθμό απώλειας λειτουργικότητας της άρθρωσης.