Χειρουργική αποκατάσταση καταφυτικής τενοντίτιδας-τενοντοπάθειας αχίλλειου
Η καταφυτική τενοντίτιδα ή τενοντοπάθεια του αχίλλειου τένοντα είναι μια κατάσταση που χαρακτηρίζεται από φλεγμονή, εκφύλιση ή ερεθισμό στο σημείο όπου ο αχίλλειος τένοντας συνδέεται με την πτέρνα (οστό της πτέρνας). Συχνά επηρεάζει ενεργά άτομα, όπως δρομείς, ή αυτούς με μη φυσιολογική εμβιομηχανική του ποδιού. Στην περιοχή είναι πιθανό να συνυπάρχουν οπισθοπτερνική θυλακίτιδα, εξόστωση Haglund, επασβεστώσεις και άλλα ευρήματα.
Ενώ οι συντηρητικές θεραπείες, όπως η τροποποίηση δραστηριοτήτων, η φυσικοθεραπεία,τα ορθοτικά, και το PRP, αποτελούν τις πρώτες επιλογές, η χειρουργική επέμβαση μπορεί να είναι απαραίτητη σε περιπτώσεις που δεν ανταποκρίνονται μετά από μερικούς μήνες κατάλληλης συντηρητικής θεραπείας.
Ο κύριος στόχος της χειρουργικής επέμβασης είναι η ανακούφιση από τον πόνο, η αφαίρεση του εκφυλισμένου ιστού, η αποκατάσταση της λειτουργικότητας και η πρόληψη της ρήξης του τένοντα. Υπάρχουν διάφορες χειρουργικές τεχνικές, προσαρμοσμένες στη σοβαρότητα της κατάστασης, τις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητες του κάθε ασθενή. Κοινοί χειρουργικοί στόχοι είναι ο καθαρισμός και η επιδιόρθωση του τένοντα και η πρόληψη μελλοντικής υποτροπής. Αυτό περιλαμβάνει την αφαίρεση φλεγμονώδους ή κατεστραμμένου ιστού από τον τένοντα και, εάν χρειάζεται, την επανασύνδεσή του στην πτέρνα. Σε περιπτώσεις όπου μια παραμόρφωση Haglund (οστέινη προεξοχή στην πτέρνα) συμβάλλει στο πρόβλημα, μπορεί να πραγματοποιηθεί οστεοτομία της πτέρνας, δηλαδή αφαίρεση του μικρού, μη φυσιολογικού τμήματος του οστού, που πιθανώς να ξαναπροκαλέσει το πρόβλημα. Μια ακόμη επιλογή είναι η μεταφορά του τένοντα του μακρού καμπτήρα του μεγάλου δακτύλου. Αυτή η διαδικασία συνήθως προορίζεται για ασθενείς με σημαντική εκφύλιση του τένοντα (>50% του τένοντα επηρεασμένο). Ο παραπάνω τένοντας, που βρίσκεται κοντά στον Αχίλλειο, συλλέγεται και χρησιμοποιείται για να ενισχύσει ή να αντικαταστήσει το κατεστραμμένο τμήμα, βελτιώνοντας τη δύναμη και τη σταθερότητα. Σε κάποιες περιπτώσεις ο αχίλλειος θα έχει εκτεταμένη φθορά και δεν θα είναι δυνατό απλά να επιδιορθωθεί. Τότε με την χρήση αυτομοσχεύματος κατά προτίμηση θα διενεργηθεί ανακατασκευή του τένοντα.
Οι ελάχιστα επεμβατικές τεχνικές, όπως ο ενδοσκοπικός καθαρισμός, έχουν κερδίσει ενδιαφέρον, λόγω του μειωμένου χρόνου ανάρρωσης και των χαμηλότερων ποσοστών επιπλοκών. Σε αυτές τις τεχνικές χρησιμοποιούν μικρές τομές και εξειδικευμένα εργαλεία για να καθαρίσουν τον τένοντα και την περιβάλλουσα περιοχή, αποφεύγοντας την εκτεταμένη διαταραχή των ιστών της ανοιχτής χειρουργικής. Ωστόσο διενεργούνται μόνο σε περιορισμένες βλάβες και είναι ακατάλληλες για σύνθετες περιπτώσεις που περιλαμβάνουν μεγάλες οστικές προεξοχές ή σοβαρή βλάβη του τένοντα.
Η επέμβαση συνήθως απαιτεί γενική ή ραχιαία αναισθησία και νοσηλεία.Η εξατομικευμένη μετεγχειρητική φροντίδα και συμμετοχή του ασθενή είναι κρίσιμες για ένα επιτυχές αποτέλεσμα. Οι ασθενείς συνήθως ακινητοποιούνται σε γύψο ή μπότα για μερικές εβδομάδες και έπειτα ακολουθεί ένα μετεγχειρητικό πρόγραμμα κινητοποίησης, φόρτισης και αποκατάστασης. Σε μη εκτεταμένες επεμβάσεις, η φόρτιση και βάδιση με πατερίτσες ξεκινάει σύντομα μετεγχειρητικά. Η φυσικοθεραπεία έχει πολύ σημαντικό ρόλο και επικεντρώνεται στην αποκατάσταση του εύρους κίνησης και της ισχύος . Η πλήρης ανάρρωση εξαρτάται από το είδος της επέμβασης. Μπορεί να διαρκέσει από 1-2 μήνες σε πολύ απλές περιπτώσεις αλλά συνήθως χρειάζονται 6-12 μήνες, ανάλογα με τους παράγοντες του ασθενούς όπως η ηλικία ή το επίπεδο δραστηριότητας.
Οι κίνδυνοι της χειρουργικής επέμβασης περιλαμβάνουν πολύ σπάνια λοίμωξη και θρόμβωση παρά την λήψη αντιβίωσης κατά την επέμβαση και αντιπηκτικών κατά την διάρκεια της ακινητοποίησης. Ρήξη του τένοντα είναι επίσης σπάνια με την κατάλληλη τεχνική και την επαρκή συμμόρφωση του ασθενή στις οδηγίες. Τα αποτελέσματα είναι θετικά, με μελέτες να αναφέρουν ότι το 80-90% των ασθενών έχουν σημαντική ανακούφιση από τον πόνο και σημαντική βελτίωση της λειτουργικότητας με επιστροφή ακόμη και στις αθλητικές δραστηριότητες.
Συμπερασματικά, η χειρουργική αντιμετώπιση της καταφυτικής τενοντίτιδας και τενοντοπάθειας του αχίλλειου προσφέρει λύση για τις ανθεκτικές στην συντηρητική αγωγή περιπτώσεις σε ασθενείς προλαμβάνοντας την πιθανή ρήξη του τένοντα.
